Πριν επιχειρήσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο, θα μπορούσε να φανεί χρήσιμη μία προσεκτικότερη ματιά στους δύο βασικούς παράγοντες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την εξέταση: αφ’ ενός το φυσικό κόσμο και αφ’ ετέρου τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις σε αυτόν.

Η φύση κατ’ αρχάς μπορεί να θεωρηθεί (μεταξύ άλλων) ως:

  • ΑΥΤΑΡΚΗΣ και ΒΙΩΣΙΜΗ
    Στην ουσία η φύση μπορεί να θεωρηθεί ως ορισμός αναφοράς της αυτάρκειας και της βιωσιμότητας (αν αφεθεί ανεπηρέαστη από παρεμβάσεις). Αυτό οφείλεται κυρίως στην κυκλικότητα, η οποία αποτελεί το κατ’εξοχήν χαρακτηριστικό των βιολογικών διεργασιών της ζωής.
  • ΠΟΙΚΙΛΟΜΟΡΦΗ
    Δεν υπάρχει ενιαίο μοτίβο στις φυσικές διαδικασίες. Αντίθετα, τοπικά εξαρτημένοι περιβαλλοντικοί παράγοντες – λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραμέτρους – είναι υπεύθυνοι για την πλούσια ποικιλία τόσο εντός όσο και μεταξύ των διαφορετικών οικοσυστημάτων.
  • ΔΙΑΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΗ και ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΗ
    Δεν υπάρχουν στεγανά στα φυσικά οικοσυστήματα. Κατ’ αυτή την έννοια ο ισχυρισμός “όλα συνδέονται με όλα” δεν ενέχει ίχνος υπερβολής.
  • ΠΛΗΡΗΣ
    Η φύση δικαιωματικά μπορεί να θεωρηθεί ως η πλήρης πηγή της απεριόριστης ποικιλίας πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή τροφίμων.
  • ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗ
    Αυτό αποτελεί γεγονός στο βαθμό που ο φυσικός κόσμος αποτελεί το ευρύτερο ενδιαίτημα όλων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων πέραν της διατροφής, αποτελώντας κυριολεκτικά ένα οικοσύστημα με την πλατύτερη έννοια του όρου.

Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, από την άλλη, χαρακτηρίζονται από:

  • ΕΞΑΡΤΗΣΗ από τη φύση για την ανάκτηση πρώτων υλών για την παραγωγή τροφής, στο βαθμό που δεν υφίσταται απολύτως τεχνητή τροφή.
  • ΑΚΟΡΕΣΤΗ ΑΝΑΓΚΗ σε πόρους, ευθέως ανάλογη προς έναν διαρκώς αυξανόμενο παγκόσμιο πληθυσμό και μάλιστα συνδυαστικά με την προοδευτική αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου και των αντίστοιχων αναγκών για την ικανοποίησή του.
  • ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ για κάθε είδους πόρους (διαθέσιμο χώρο για μια σειρά από ανθρωπογενείς δραστηριότητες, υδατικά αποθέματα, ορυκτά καύσιμα, πρώτες ύλες, κ.λ.π.).
  • ΔΥΝΑΜΙΚΟΤΗΤΑ όσον αφορά την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο, βασισμένη σε παγκόσμια διαθέσιμη γνώση εξαρτημένη από ενιαία δεδομένα, αρχές και αναγνώριση και με την οποία ο ανθρώπινος παράγοντας επεμβαίνει στο φυσικό κόσμο.
  • ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ που είναι εκθετικά ανάλογη με την ολοένα αυξανόμενη πυκνότητα των ανθρώπινων συναθροίσεων, η οποία απεικονίζεται καλύτερα από την άνευ προηγουμένου αέναη αστικοποίηση σε παγκόσμια κλίμακα, σε αντιδιαστολή με την αντίστοιχη εγκατάλειψη της υπαίθρου και των αγροτικών δραστηριοτήτων, που είναι τόσο απαραίτητες για την πρωτογενή παραγωγή βασισμένη στη άμεση εκμετάλλευση των φυσικών πόρων.

Ο περασμένος αιώνας υπήρξε μάρτυρας της ανισόρροπης επιβολής των ανθρώπινων απαιτήσεων στη φύση, δίνοντας άκριτα προτεραιότητα στις ολοένα αυξανόμενες ανθρωπογενείς ανάγκες σε βάρος του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων. Έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εγγενής ασυμβατότητα μεταξύ της ποικιλομορφίας, διασυνδεσιμότητας και βιωσιμότητας, που είναι τόσο χαρακτηριστικές των φυσικών διαδικασιών, σε αντίθεση με το τοξικό μείγμα ανθρώπινης αλόγιστης χρήσης των φυσικών πόρων σε συνδυασμό με άγνοια και έλλειψη περιβαλλοντικής ενσυναίσθησης, ήταν η συντριπτική δύναμη που ευθύνεται για αυτό το αποτέλεσμα.

Ωστόσο πιστεύουμε ότι μπορούμε να ξεφύγουμε από το αδιέξοδο μόνο αν αποστασιοποιηθούμε από τις κυρίαρχες προκαταλήψεις και τις αντίστοιχες πρακτικές στην αγροδιατροφική δραστηριότητα, και μάλιστα επαναπροσδιορίζοντας το πρόβλημα της διαθεσιμότητας τροφής με φιλοπεριβαλλοντικούς όρους, σύμφωνα με τις προτάσεις του κινήματος της Βιολογικής Γεωργίας και ιδιαίτερα σύμφωνα με τις 4 Αρχές του IFOAM για τη Βιολογική Παραγωγή:

Η Αρχή της Υγείας
Η Βιολογική Παραγωγή πρέπει να προωθεί την υγεία των εδαφών, των φυτών, των ζώων, των ανθρώπων και του πλανήτη ως μία και αδιαίρετη.

Η Αρχή της Οικολογίας
Η Βιολογική Παραγωγή πρέπει να βασίζεται σε ζωντανούς κύκλους και συστήματα, να συνεργάζεται μαζί τους, να τους μιμείται και να συντελεί στην διατήρησή τους.

Η Αρχή της Δικαιοσύνης
Η Βιολογική Παραγωγή πρέπει να οικοδομεί σχέσεις που εξασφαλίζουν δίκαιη μεταχείριση του κοινού περιβάλλοντος και των ευκαιριών στη ζωή.

Η Αρχή της Φροντίδας
Η Βιολογική Παραγωγή πρέπει να ασκείται με προσεκτικό και υπεύθυνο τρόπο ώστε να προστατεύει την υγεία και ευημερία της παρούσας και των μελλοντικών γενεών και του περιβάλλοντος.

Το κλειδί για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο επιτελούνται οι φυσικές διεργασίες είναι η υγεία του εδάφους. Το έδαφος θεωρείται υγιές όταν – εκτός από την παρουσία επαρκών ανόργανων στοιχείων που καλύπτουν τις βασικές διαθρεπτικές ανάγκες των φυτών – φιλοξενεί επαρκείς πληθυσμούς μικροοργανισμών όλων των βαθμίδων, έτσι ώστε η μικροβιακή τροφική αλυσίδα να διατηρείται αδιάλειπτη. Η υγεία και η ζωτικότητα των φυτών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους μεταβολίτες συμβιωτικών μικροοργανισμών που εγκαταβιούν στη ριζόσφαιρα, και των οποίων η αφθονία και το σφρίγος είναι sine qua non για την ευημερία των φυτών. Το εδαφικό υπόστρωμα που στερείται ισχυρών πληθυσμών από μικροοργανισμούς θεωρείται πτωχό και σε κάθε περίπτωση όχι επαρκώς εφοδιασμένο ώστε να μπορεί να υποστηρίξει επιτυχώς την πληθώρα των φυτικών μορφών ζωής.

Οι μικροοργανισμοί βρίσκουν πεδίο εφαρμογής στο πλαίσιο της Βιολογικής Γεωργίας όπου «… τα φυτά θα πρέπει κατά προτίμηση να τρέφονται μέσω του οικοσυστήματος του εδάφους και όχι μέσω διαλυτών λιπασμάτων που προστίθενται στο έδαφος. Τα βασικά στοιχεία του συστήματος διαχείρισης της βιολογικής παραγωγής φυτών είναι η διαχείριση της γονιμότητας του εδάφους,… η ανακύκλωση οργανικών υλικών και οι τεχνικές καλλιέργειας… ». (Κανονισμός (ΕΚ) 834/2007)

Στις παλαιότερες παραδοσιακές εκμεταλλεύσεις, αυτός ο στόχος γίνονταν εφικτός από το ίδιο το γεγονός ότι οι κύκλοι ζωής των φυτών συμπληρώνονταν άρρηκτα και ολοκληρώνονταν με τη αλληλενέργεια της κτηνοτροφίας. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η ευρωπαϊκή νομοθεσία, βασισμένη σε αυτήν τη συμπληρωματικότητα ως θεωρητικό αξίωμα, έχει προτείνει επανειλημμένα στρατηγικές βασισμένες στην υπόθεση ότι «η κτηνοτροφία είναι θεμελιώδης για την οργάνωση της γεωργικής παραγωγής σε βιολογικές εκμεταλλεύσεις, εφόσον παρέχει την απαραίτητη οργανική ύλη και θρεπτικά συστατικά για την καλλιεργούμενη γη και συνεπώς συμβάλλει στη βελτίωση του εδάφους και στην ανάπτυξη βιώσιμης γεωργίας».

Τα φυτά και τα ζώα αποτελούν τις δύο όψεις των ολοκληρωμένων κύκλων της ζωής στη φύση, εξασφαλίζοντας – μέσω της συνέργειάς τους – βιωσιμότητα και αυτάρκεια. Η συμβιοτική συνύπαρξη αυτών των δύο κόσμων αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη για τη διαιώνιση των διαδικασιών της ζωής. Αυτό επιτυγχάνεται επειδή οι εισροές στη μεταβολική διαδικασία των φυτών προέρχονται από τις εκροές της σχετικής μεταβολικής διαδικασίας των ζώων και αντίστροφα, διασφαλίζοντας έτσι την κυκλική διαιώνισή τους. Τα ζώα και τα φυτά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα σε συμβιωτικές σχέσεις.

Με βάση την εμπειρία, κατά την παλιά εποχή ο στόχος αυτός φαινόταν εφικτός στο πλαίσιο ολοκληρωμένων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ή όπως συνηθέστερα συνέβαινε στις αγροτικές περιοχές, όπου η συνύπαρξη αυτόνομων μονάδων γεωργίας και αντίστοιχων κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων είχε την απαραίτητη εγγύτητα για να εξασφαλιστεί η συνολική αυτάρκεια μέσω ανταλλαγών. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, εξ αιτίας της εντατικοποίησης της παραγωγής, του τεχνικού καταμερισμού της εργασίας και της εξειδίκευσης και διαμερισματοποίησης πολλών από αυτές τις δραστηριότητες, αυτό το ιδανικό της βιολογικής γεωργίας έχει γίνει σταδιακά ανέφικτο σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό.

Στις μέρες μας, με την καλπάζουσα ανάπτυξη που παρατηρείται στην αγορά των βιολογικών προϊόντων, έχει κλιμακωθεί η πίεση στην πλευρά της εξίσωσης που αφορά στο ζωικό κεφάλαιο. Ένας από τους λόγους που οδηγούν σε αυτήν την κατάσταση είναι ότι η εντατικοποίηση της παραγωγής περιορίζεται από την έλλειψη επαρκών διαθέσιμων χορτολιβαδικών εκτάσεων για την κτηνοτροφία σύμφωνα με τα βιολογικά πρότυπα, δηλαδή επάρκεια συγκεκριμένης στρεμματικής έκτασης κατά κεφαλή, με αποτέλεσμα διαρκώς μεγαλύτερους πληθυσμούς σταβλισμένων ζώων, τα οποία κατά κανόνα υφίστανται ιδιαίτερα στρεσογόνες συνθήκες διαβίωσης. Με εξαίρεση τις κτηνοτροφικές-πτηνοτροφικές μονάδες υψηλών προδιαγραφών με ιδιαίτερη φροντίδα και μέριμνα για τις συνθήκες υγιεινής – οι οποίες είναι με μεγάλη διαφορά η εξαίρεση στον κανόνα – η συνήθης πρακτική του παρατεταμένου σταβλισμού σε περιορισμένους χώρους, γενικά ασκεί σημαντικό στρές στα ζώα με συνεπακόλουθες συνέπειες για την υγεία τους. Η κατάσταση της μόνιμης περιορισμένης διαβίωσης των ζώων, ακόμη και στις καλύτερα οργανωμένες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, δεν θεωρείται αποδεκτό υποκατάστατο της ζωής σε φυσικά περιβάλλοντα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ευρωπαϊκή νομοθεσία αποκλείει από τις διατάξεις της τα μόνιμα σταβλισμένα ζώα. Είναι κοινή πρακτική – γεγονός ωστόσο όχι πλατιά παραδεκτό – οι συνηθισμένοι τρόποι αντιμετώπισης προβλημάτων υγείας στα σταβλισμένα ζώα να περιλαμβάνουν εκτεταμένη χρήση αντιβιοτικών. Αυτή η διαπίστωση από μόνη της αποτελεί μία σκοτεινή πλευρά στο αίτημα για συμμετοχή των ζώων στους βιολογικούς κύκλους.